Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012
Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012
Συναυλίες Οκτωβρίου
Μετά από απουσία της συναυλιακής στήλης επί τρεις μήνες, αποφασίσαμε να ξαναρχίσουμε την παράδοση. Το καλό που σας θέλω να έχει πάει έστω ένας σε καμία από αυτές τις συναυλίες που προτείνουμε, για να μην γράφουμε τσάμπα!
Πριν λοιπόν προλάβουμε καλά καλά να συνέλθουμε από Amenra και Dead Can Dance, ιδού, ως ανταμοιβή από τη σαπίλα της εξεταστικής ή της επιστροφής στην εργασιακή πραγματικότητα μερικές συναυλίες για να υποδεχόμαστε σιγά σιγά τους χειμωνιάτικους κλειστούς χώρους...
4 Οκτωβρίου, Πέμπτη
Orange Goblin @ An Club (TBA)
6 Οκτωβρίου, Σάββατο
Defcon Fest Day 2: Sun of Nothing, Rahu, Routes, Mahakala, Amniac @ An Club (6€)
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
11 Οκτωβρίου, Πέμπτη
The Underground Youth @ Six D.O.G.S (10/12€)
13 Οκτωβρίου, Σάββατο
oOoOO, .message @ Bios (TBA)
14 Οκτωβρίου, Κυριακή
Soap&Skin @ Gagarin 205 (15€)
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
20 Οκτωβρίου, Σάββατο
A Place to Bury Strangers @ Fuzz Club (20/23€)
The Ex (low-key show) @ The Drugstore (15€ και για τις δύο μέρες)
:Of the Wand & the Moon:, Der Blaue Reiter, Glimmer Void, Skull & Dawn @ Second Skin Club (25€)
21 Οκτωβρίου, Κυριακή
The Ex (main show) @ Six D.O.G.S. (15€ και για τις δύο μέρες)
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
24 Οκτωβρίου, Τετάρτη
Japandroids @ An Club (18€)
27 Οκτωβρίου, Σάββατο
Sad Lovers and Giants @ Six D.O.G.S (20€)
Πριν λοιπόν προλάβουμε καλά καλά να συνέλθουμε από Amenra και Dead Can Dance, ιδού, ως ανταμοιβή από τη σαπίλα της εξεταστικής ή της επιστροφής στην εργασιακή πραγματικότητα μερικές συναυλίες για να υποδεχόμαστε σιγά σιγά τους χειμωνιάτικους κλειστούς χώρους...
4 Οκτωβρίου, Πέμπτη
Orange Goblin @ An Club (TBA)
6 Οκτωβρίου, Σάββατο
Defcon Fest Day 2: Sun of Nothing, Rahu, Routes, Mahakala, Amniac @ An Club (6€)
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
11 Οκτωβρίου, Πέμπτη
The Underground Youth @ Six D.O.G.S (10/12€)
13 Οκτωβρίου, Σάββατο
oOoOO, .message @ Bios (TBA)
14 Οκτωβρίου, Κυριακή
Soap&Skin @ Gagarin 205 (15€)
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
19 Οκτωβρίου, Παρασκευή
Heroin in Tahiti @ Six D.O.G.S (8€)
20 Οκτωβρίου, Σάββατο
A Place to Bury Strangers @ Fuzz Club (20/23€)
The Ex (low-key show) @ The Drugstore (15€ και για τις δύο μέρες)
:Of the Wand & the Moon:, Der Blaue Reiter, Glimmer Void, Skull & Dawn @ Second Skin Club (25€)
21 Οκτωβρίου, Κυριακή
The Ex (main show) @ Six D.O.G.S. (15€ και για τις δύο μέρες)
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
24 Οκτωβρίου, Τετάρτη
Japandroids @ An Club (18€)
27 Οκτωβρίου, Σάββατο
Sad Lovers and Giants @ Six D.O.G.S (20€)
Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012
Καρακλάσσικ Σεπτεμβρίου 2012: Kreator - Pleasure to Kill
Βρισκόμαστε στο 1986. Αδιαμφισβήτητα μία από τις καλύτερες χρονιές της χιλιετίας. Οι Slayer κυκλοφορούν το Reign in Blood, οι Megadeth το Peace Sells...But Who's Buying, οι Metallica το Master of Puppets. Τα τζιν έχουν στενέψει σε σημείο επικίνδυνο για τους όρχεις, τα αθλητικά παπούτσια από την άλλη, παίρνουν μπόι και παρέχουν απλόχερα υποστήριξη στους αστραγάλους. Τα τζιν μπουφάν ακρωτηριάζονται στα μανίκια και γεμίζουν από «υφασμάτινα τατουάζ» που δείχνουν εξώφυλλα και λογότυπα συγκροτημάτων. Ο Batman γεννιέται και φυσικά, οι Kreator κυκλοφορούν το Pleasure to Kill.
H γερμανική μπάντα είχε πριν στο βιογραφικό της το άλμπουμ Endless Pain. Η εφηβική καύλα, οι επιρροές από το νεοσύστατο εκείνη την εποχή thrash metal κίνημα στην Αμερική καθώς και η βαριά γερμανική προφορά καθιστούσαν τους Kreator μία μάζα ατόφιας ενέργειας, μία δύναμη αχαλιναγώγητη. Ένα απειροελάχιστο χρονολογικό κλικ πριν ωριμάσουν και στραφούν σε μονοπάτια ακραία πλην σκεπτόμενα, γράφουν και κυκλοφορούν το Pleasure to Kill, έναν δίσκο που τους βρίσκει στην απόλυτη μουσική ισορροπία μεταξύ επιθετικότητας και τεχνικής.
Υπάρχουν στιγμές που θεωρώ ότι το άλμπουμ αυτό είναι ο καλύτερος thrash metal δίσκος όλων των εποχών. Ρίξε μια ματιά στο τραγούδια. "Pleasure to Kill", "Torrmentor", "Under the Guillotine", "Riot of Violence"... βασικά όλος ο δίσκος. Οι Kreator ξεπέρασαν συνθετικά πολλά επίπεδα τις μέχρι τότε δημιουργίεςς τους και δε μιλάμε και για τίποτα χαζοτραγουδάκια έτσι; Πολλά από αυτά δεσπόζουν ακόμα ανάμεσα στα πλούσια, απ' όλες τις απόψεις, setlists τους και δίνουν το εφαλτήριο για κακοποίηση μυών και οστών μέσα στη δίνη ενός αθηναϊκού circle pit.
Είπα οστά έτσι; Το πραγματικά φανταστικό με αυτό το δίσκο είναι η άτσαλη, πρωτόλεια και ευθυτενής παραγωγή του. Ω ναι. Το εξώφυλλο παρουσιάζει την κλασσική μασκότ της μπάντας, ολόσωμη αυτή τη φορά, με δυνατούς μύες, να εξολοθρεύει κόσμο και να τους στοιβάζει σε ένα λόφο από κόκκαλα πάνω στα οποία στέκεται αφ' υψηλού. Διάολε, ο ήχος των drums σε όλο το δίσκο και ειδικά σε εκείνο το αναθεματισμένο το "Under the Guillotine" είναι σαν ο Ventor να χτυπάει κόκκαλα αντί για μπαγκέτες, πάνω σε άλλα κόκκαλα αντί για drums, παράγοντας έναν ήχο που σου στέλνει τα επίπεδα αδρεναλίνης στο θεό.
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, εδώ δε θα βρεις τους Kreator να μιλάνε για ευαίσθητα θέματα όπως κάνουν στα επόμενα albums τους. Ούτε η φρίκη του βιασμού, ούτε η άδικη κακοποίηση του πλανήτη, ούτε οι πολυτάραχες κοινωνικές εξεγέρσεις. Εδώ υπάρχει ωμή βία, έκρηξη αδρεναλίνης, σκηνικά βγαλμένα από ταινίες horror. Αίμα, κάταγμα και ιδρώτας. Και καλώς ή κακώς, το λατρεύουμε για αυτόν ακριβώς το λόγο.
Απολύτως ορθολογιστικά και με γνώμονα την πρόοδο, το πραγματικό μεγαλείο των Kreator αρχίζει αμέσως μετά από αυτό το δίσκο. Πως μπορείς όμως να αγνοήσεις την ένταση, την ορμή, την παιδικότητα; Πως μπορείς να έχεις μεγαλώσει βλέποντας τους Kreator ζωντανά και να μη σου έχει μείνει χαραγμένο το τριπλό "Pleasure....to.......Kill" επικοινωνιακό παιχνίδι του Mille με το ακροατήριο; Περιμένω να τους δω για πολλοστή φορά φέτος. Μεγάλος έρωτας τελικά…
Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2012
Hurricane: Aggressive Inline Contest
Ετήσια (;) ανάρτηση για Rollerblading event. Φαινομενικά άσχετο με το ύφος του Blog αλλά μου είναι αδύνατο να μην αναφερθώ στο contest που θα γίνει στις 13 Οκτωβρίου 2012 στο Northpark της Θεσσαλονίκης. Ώρα για μερικούς να ξαναβρούν τη φόρμα τους και για τα rails και τις ράμπες να υποφέρουν. Unholly Legions of Syeah Skate re-Unite
Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012
The Vacation Albums- Om, Advaitic Songs (2012)
Για να ξεκινήσω σωστά αυτό το κείμενο, οφείλω για μία ακόμα φορά να ομολογήσω την αφοσίωση μου σε όποια δισκογραφική δουλειά περιλαμβάνει το τρίο των Sleep (Chris Hakius, Al Cisneros, Matt Pike). Ως εκ τούτου η κυκλοφορία του De Vermis Mysteriis των High on Fire αλλά και του Advaitic Songs των Om μέσα στο 2012 – συνοδευόμενα με την Live εμφάνιση των ίδιων των Sleep στο Gagarin- είναι αρκετά για να με κάνουν να μένω ξάγρυπνος τα βράδυα και σε βαθιά περισυλλογή να αναλύω στίχους, νότες, παραμορφώσεις και artwork (να καίγομαι...)
Η αρχική εντύπωση που μου δημιουργήθηκε ήδη από τις πολύ πρώτες ακροάσεις, είναι πως οι Om με το Advaitic Songs αλλά και, λιγότερο όμως, με το God Is Good, κάνουν ένα μουσικό άλμα που ξεπερνά τα όρια του μέχρι τώρα ακροατηρίου τους. Όσο ετερόκλητο και αν είναι έτσι κι αλλιώς αυτό. Οι Om πρέπει πλέον να φτάσουν και σε αυτιά που ορέγονται ηλεκτρονικές ψυχεδέλιες, σε αυτιά που δεν θα άντεχαν το ‘On the Mountain at Dawn’ ή και το ‘From Beyond’ για παραπάνω από είκοσι δεύτερα. Μπορεί αρκετοί από όσους ήδη γνωρίζουν τους Om, να υποδεχτήκαν μετά βαϊων το Advaitic Songs, αρκετές μέρες πριν καν κυκλοφορίσει (σημεία των καιρών), θα ήταν κρίμα και άδικο όμως να παραμείνει γνωστό μόνο σε αυτούς τους σχετικούς κύκλους.
Η πορεία των Om μέχρι αυτό το δίσκο ήταν (είναι) ένα ταξίδι. Με ενδιαφέρον άκουγα κάθε φορά την προσέγγιση των Om στη μουσική. Δεν δημιούργησαν ποτέ τραγούδια έχοντας ως δεδομένες κάποιες μανιέρες. Από την μουσικη αποδόμιση του΄’ Variation on a Theme’(και επί της ουσίας ήδη από το Dopesmoker) έφτασαν στο Advaitic Songs. Οι Om επέλεξαν να ξανανακαλύψουν τη διαδικασία σύνθεσης, να πάρουν τον χρόνο τους ‘σπαταλόντας’ εφτά χρόνια, κάνοντας γνωστή όμως σε έμας αυτή τη διαδικασία με 4 album, 3 single και 2 live κυκλοφορίες. Εν ολίγης λατρέυω τη δουλειά που έχει πέσει στη δημιουργία του δίσκου, πρώτα απ’όλα στη παραγωγή. Πολυεπίπεδος και με εξαιρετική προσοχή στη λεπτομέρια, ήχος. Τα μπάσσα πάλλονται , σχεδόν στα όρια του ακουστικού φάσματος, σέρνοντας το ρυθμό, με όλα τα υπόλοιπα έγχορδα να ‘χορέυουν’ γύρω του. Τα τύμπανα διανθίζονται με κρουστά όπου κύριος υπαίτιος φαντάζομαι είναι ο αξιαγάπητος Lichens/Robert A.A. Lowe, κλείνοντας όμως το μάτι και στο έτερο συγκρότημα του ντράμμερ Emil Amos, τους Grails. Τα φωνητικά είναι και αυτά πιο ποικιλόμορφα, όπου πέρα από τη mantra της Kate Ramsey (Maha Mrityunjaya Mantra, χοντροκομμένα, η mantra που καταπολεμάει το θάνατο), αλλά και το sample στο ‘Sinai’, ο ίδιος ο Cisneros δείχνει στο ‘Haqq-al-Yaqin’ διάθεση πειραματισμού, διαφοροποιόντας ελάχιστα όμως το χαρακτηριστικό του στυλ.
Εμένα το βήμα τους αυτό με βρίσκει σύμφωνο, μιάς και το Advaitic Songs έχει ήδη μπεί στα top του έτους. Δεν είναι όμως για όλες τις ώρες, όπως δεν είναι και για όλα τα αυτιά. Αυτό δεν το λέω με καμία ελιτιστική διάθεση, αλλά αντιλαμβάνομαι πως, όσο και προσωπικά να γουστάρω που η δισκοθήκη μου αρχίζει και μοιάζει με εικονοστάσι, άλλο τόσο οι επιλογές των Om έχουν ξενερώσει κόσμο εδώ και λίγα χρόνια.
Enjoy Responsibly
Η αρχική εντύπωση που μου δημιουργήθηκε ήδη από τις πολύ πρώτες ακροάσεις, είναι πως οι Om με το Advaitic Songs αλλά και, λιγότερο όμως, με το God Is Good, κάνουν ένα μουσικό άλμα που ξεπερνά τα όρια του μέχρι τώρα ακροατηρίου τους. Όσο ετερόκλητο και αν είναι έτσι κι αλλιώς αυτό. Οι Om πρέπει πλέον να φτάσουν και σε αυτιά που ορέγονται ηλεκτρονικές ψυχεδέλιες, σε αυτιά που δεν θα άντεχαν το ‘On the Mountain at Dawn’ ή και το ‘From Beyond’ για παραπάνω από είκοσι δεύτερα. Μπορεί αρκετοί από όσους ήδη γνωρίζουν τους Om, να υποδεχτήκαν μετά βαϊων το Advaitic Songs, αρκετές μέρες πριν καν κυκλοφορίσει (σημεία των καιρών), θα ήταν κρίμα και άδικο όμως να παραμείνει γνωστό μόνο σε αυτούς τους σχετικούς κύκλους.
Η πορεία των Om μέχρι αυτό το δίσκο ήταν (είναι) ένα ταξίδι. Με ενδιαφέρον άκουγα κάθε φορά την προσέγγιση των Om στη μουσική. Δεν δημιούργησαν ποτέ τραγούδια έχοντας ως δεδομένες κάποιες μανιέρες. Από την μουσικη αποδόμιση του΄’ Variation on a Theme’(και επί της ουσίας ήδη από το Dopesmoker) έφτασαν στο Advaitic Songs. Οι Om επέλεξαν να ξανανακαλύψουν τη διαδικασία σύνθεσης, να πάρουν τον χρόνο τους ‘σπαταλόντας’ εφτά χρόνια, κάνοντας γνωστή όμως σε έμας αυτή τη διαδικασία με 4 album, 3 single και 2 live κυκλοφορίες. Εν ολίγης λατρέυω τη δουλειά που έχει πέσει στη δημιουργία του δίσκου, πρώτα απ’όλα στη παραγωγή. Πολυεπίπεδος και με εξαιρετική προσοχή στη λεπτομέρια, ήχος. Τα μπάσσα πάλλονται , σχεδόν στα όρια του ακουστικού φάσματος, σέρνοντας το ρυθμό, με όλα τα υπόλοιπα έγχορδα να ‘χορέυουν’ γύρω του. Τα τύμπανα διανθίζονται με κρουστά όπου κύριος υπαίτιος φαντάζομαι είναι ο αξιαγάπητος Lichens/Robert A.A. Lowe, κλείνοντας όμως το μάτι και στο έτερο συγκρότημα του ντράμμερ Emil Amos, τους Grails. Τα φωνητικά είναι και αυτά πιο ποικιλόμορφα, όπου πέρα από τη mantra της Kate Ramsey (Maha Mrityunjaya Mantra, χοντροκομμένα, η mantra που καταπολεμάει το θάνατο), αλλά και το sample στο ‘Sinai’, ο ίδιος ο Cisneros δείχνει στο ‘Haqq-al-Yaqin’ διάθεση πειραματισμού, διαφοροποιόντας ελάχιστα όμως το χαρακτηριστικό του στυλ.
Εμένα το βήμα τους αυτό με βρίσκει σύμφωνο, μιάς και το Advaitic Songs έχει ήδη μπεί στα top του έτους. Δεν είναι όμως για όλες τις ώρες, όπως δεν είναι και για όλα τα αυτιά. Αυτό δεν το λέω με καμία ελιτιστική διάθεση, αλλά αντιλαμβάνομαι πως, όσο και προσωπικά να γουστάρω που η δισκοθήκη μου αρχίζει και μοιάζει με εικονοστάσι, άλλο τόσο οι επιλογές των Om έχουν ξενερώσει κόσμο εδώ και λίγα χρόνια.
Enjoy Responsibly
Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012
"Taste Cornucopia Wants You" Project Part IV, Δέσποινα's Diary
Το κείμενο της Δέσποινας, την οποία φιλοξενούμε αυτή τη βδομάδα στα πλαίσια του τρέχοντος αφιερώματός μας, μου έφερε στο μυαλό έναν περίεργο και ανατρεπτικό συνειρμό: Αν γαλουχηθείς από γονείς με ακούσματα όπως αυτό που θα διαβάσετε παρακάτω και εν συνεχεία αποφασίσεις να φτιάξεις ένα blog σαν το Speech Art Eternity όπως η Δέσποινα, με τι είδους blog θα καταπιαστείς αν στην εκκαθάριση της ντουλάπας βρεις το 2112 των Rush, με ό,τι αυτό συνεπάγεται; Διαβάστε, σκεφτείτε και δηλώστε συμμετοχή.
Η μάνα μου. Για χρόνια πίστευα πως δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια μικροαστή νοικοκυρά του 21ου αιώνα. Κάποιες αναρχο-κομμουνιστικές πεποιθήσεις και το ξύρισμα κάτω από το, σαν φλοκάτη, μαλλί της για κάποιο παράξενο ενδοοικογενειακό λόγο (στις οικογένειες όλα λίγο πολύ θεωρούνται δεδομένα και λιγότερο αξιόλογα) δεν μου κίνησαν ποτέ ιδιαίτερα την περιέργεια. Ώσπου ένα πρωινό, ύστερα από μήνες ψυχολογικής προετοιμασίας, αποφάσισα να κάνω ένα «ξεκαθάρισμα» χρήσιμων, αχρήστων ή έστω λιγότερο χρήσιμων αντικειμένων στην χρόνια ανεξερεύνητη ντουλάπα του δωματίου της, σε μια από αυτές τις ντουλάπες που είσαι σίγουρη πως θα έχουν μετατραπεί σε κρησφύγετο προσφύγων κατσαριδών.
Σύντομα βρέθηκα με έκπληκτο βλέμμα να κρατάω το Anarchy in the UK - Live at the 76 Club των Sex Pistols και δίπλα μια φωτογραφία της εικοσάχρονης τότε μάνας μου με τη φλοκάτη σηκωμένη στο θεό. Ω θεέ μου. Η μικροαστή νοικοκυρά που βλέπει Παπαδάκη κάθε πρωί, κάποτε άκουγε punk και όχι μόνο άκουγε, αλλά ακολουθούσε και πλήρως αυτό το ιδιόρρυθμο ρεύμα. Το μυαλό μου δούλευε πυρετωδώς να βρει την κατάλληλη ερώτηση - παγίδα για να εξιχνιάσω το μυστήριο για το «άσεμνο» παρελθόν της μάνας μου. Τη βρίσκω στο σαλόνι να καθαρίζει ένα επιπλάκι. Με ανακριτικό ύφος τη ρωτάω:
- Μάνα, ποια η γνώμη σου για τη βασίλισσα της Αγγλίας;
Απορεί, με κοιτάει και με brutal ύφος μου λέει:
- God save the queen.
Η μάνα μου. Για χρόνια πίστευα πως δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια μικροαστή νοικοκυρά του 21ου αιώνα. Κάποιες αναρχο-κομμουνιστικές πεποιθήσεις και το ξύρισμα κάτω από το, σαν φλοκάτη, μαλλί της για κάποιο παράξενο ενδοοικογενειακό λόγο (στις οικογένειες όλα λίγο πολύ θεωρούνται δεδομένα και λιγότερο αξιόλογα) δεν μου κίνησαν ποτέ ιδιαίτερα την περιέργεια. Ώσπου ένα πρωινό, ύστερα από μήνες ψυχολογικής προετοιμασίας, αποφάσισα να κάνω ένα «ξεκαθάρισμα» χρήσιμων, αχρήστων ή έστω λιγότερο χρήσιμων αντικειμένων στην χρόνια ανεξερεύνητη ντουλάπα του δωματίου της, σε μια από αυτές τις ντουλάπες που είσαι σίγουρη πως θα έχουν μετατραπεί σε κρησφύγετο προσφύγων κατσαριδών.
Σύντομα βρέθηκα με έκπληκτο βλέμμα να κρατάω το Anarchy in the UK - Live at the 76 Club των Sex Pistols και δίπλα μια φωτογραφία της εικοσάχρονης τότε μάνας μου με τη φλοκάτη σηκωμένη στο θεό. Ω θεέ μου. Η μικροαστή νοικοκυρά που βλέπει Παπαδάκη κάθε πρωί, κάποτε άκουγε punk και όχι μόνο άκουγε, αλλά ακολουθούσε και πλήρως αυτό το ιδιόρρυθμο ρεύμα. Το μυαλό μου δούλευε πυρετωδώς να βρει την κατάλληλη ερώτηση - παγίδα για να εξιχνιάσω το μυστήριο για το «άσεμνο» παρελθόν της μάνας μου. Τη βρίσκω στο σαλόνι να καθαρίζει ένα επιπλάκι. Με ανακριτικό ύφος τη ρωτάω:
- Μάνα, ποια η γνώμη σου για τη βασίλισσα της Αγγλίας;
Απορεί, με κοιτάει και με brutal ύφος μου λέει:
- God save the queen.
Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2012
Διασκευές Melvins, Μέρος Τρίτο
Τα πέρνουμε χοντρά από τους Melvins. Δεν θα πώ τίποτα άλλο και δεν πρόκειται ξανά να προλογίσω κείμενο για αυτούς. Στα παρασύνθημα λοιπόν. Μιάς και αυτό είναι το τρίτο μόλις κείμενο για τις διασκευές των υποφαινόμενων, θα συνεχίζω επιλέγοντας το ‘With Yo’ Heart (Not Yo’ Hands)’ των Malfunkshun για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι γιατί μου έγινε προσωπική παραγγελειά, και ο δεύτερος είναι πως ο συνδυασμός του punk των Flipper, του rock του Sir McCartney (τώρα και στη Γαλλία) και του sleazy-proto grunge των Malfunkshun δημιουργούν ένα μίγμα που μόνο οι Melvins θα μπορούσαν να καταφέρουν να το δημιουργήσουν, να το πακετάρουν και το παραδώσουν σε εμάς, χωρίς να σκάσει στα χέρια τους, αλλά στα αυτιά μας.
Οι Malfunkshun δημιουργήθηκαν το 1980 από τα αδέρφια Andrew και Kevin Wood, και πρόλαβαν να ηχογραφήσουν λίγα πράγματα, όπως το ‘With Yo’ Heart (Not Yo’ Hands)’ το οποίο κυκλοφόρισε στη βαρύτατης σημασίας συλλογή ‘Deep Six Compilation’ το 1986 από τη C/Z records. Ο Andrew Wood, το 1988 συγκροτεί τους πιό γνωστούς Mother Love Bone, και παραμένουν ενεργοί μέχρι το θάνατο του το 1990, από υπερβολική δόση. Επειδή ως blog λατρεύουμε το πως περιπλέκονται τα ονόματα, οι χρονολογίες και οι μουσικές, θα αναφέρω δύο-τρείς πολύ σημαντικές πληροφορίες που μπορεί να σώσουν τη ζωή σας κάποια στιγμή.
Στη συγκεκριμένη συλλογή, η οποία στο είδος της έπαιξε σημαντικό ρόλο στον ήχο της σκηνής του Seattle, συμμετέχουν και οι Melvins με 4 τραγούδια (εκ των οποίων τα 2 μπήκαν μετέπειτα στο δίσκο τους ‘26 Songs’). Όλα αυτά, ένα χρόνο πριν τη κυκλοφορία του πρώτου τους δίσκου ‘Gluey Porch Treatments’ (1987).Δύο μήνες μετά τη κυκλοφορία του ‘Deep Six’ η εταιρία Sub Pop κάνει και εκείνη μία παρόμοια κίνηση και κυκλοφορεί τη συλλογή ‘Sub Pop 100’ πάλι με συκροτήματα παρόμοιων alternative, για την εποχή, προσανατολισμών. Το 1990 λοιπόν οι Melvins ήταν να κυκλοφορίσουν σε εφταράκι τη διασκευή στο ‘With Yo’ Heart (Not Yo’ Hands), μέσω της Sub Pop, αλλά λόγω οικονομικών διαφορών τελικα η συνεργασία ακυρώνεται. Για να μη το κουράζω, το 7’’ κυκλοφορεί τελικά από τη Sympathy For the Record Industry,με τη προσθήκη του δίλεπτο τραγουδιού ‘Anal Satan’ στο οποίο εκφράζονται οι απόψεις του συγκροτήματος για τους ιδιοκτήτες της Sub Pop.
Τέλος, στο ‘Deep Six’ κάνουν τη παρθενική τους εμφάνιση και οι Soundgarden. Η ιστορία λέει πως ο Chris Cornell, τραγουδιστής και ενίοτε κιθαρίστας των Soundgarden, ήταν συγκάτοικος με τον Andrew Wood, του οποίου ο πρόωρος θάνατος αποτέλεσε έναν από τους βασικούς λόγους της δημιουργίας του συγκροτήματος-φόρος τιμής Temple of the Dog, και από εδώ και έπειτα τα πράγματα αποκτούν παγκόσμια εμβέλεια.
Οκ, δεν είμαι ο πλέον κατάλληλος άνθρωπος για να αναπτύξω το φαινόμενο grunge, αλλά η περίπτωση του κύριου Andrew Wood είναι από αυτές που αφήνουν μια πικρή γεύση. Ακόμα ένας νέος και ταλαντούχος άνθρωπος, θύμα και θύτης στη ζωή του. Σε κάνει και σκέφτεσαι αν αξίζει να χαθεί έτσι κάποιος, με το μόνο που μένει να είναι καύσιμα στη πυρά του Sex Drugs and Rock 'n Roll, και μία ελάχιστη κληρονομιά.
Give me my wings!
Έχει χτυπήσει κόκκινο η γραφικότητα όσον αφορά τις κρυφές πατέντες στα κομμάτια των Tool, αλλά, γαμώτο, γουστάρω τόσο -μα ΤΟΣΟ- πολύ.
Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012
Red Hot Chili Peppers Live OAKA Tρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012
Οι Peppers είναι ένα από τα συγκροτήματα που έχω μεγαλώσει με τη μουσική τους. Τη δεκαετία του '90 δε μπορούσες να τους αποφύγεις, είτε βλέποντας Mtv ή Mcm, είτε ανοίγοντας το ραδιόφωνο. Αποκορύφωση το Californication που τους εκτίναξε στα ύψη, δημιουργώντας ίσως ένα από τα τελευταία όμορφα, έντεχνα (με την κυριολεκτική έννοια του όρου) μα και δημοφιλή σε βαθμό κακουργήματος καρακλάσικ άλμπουμ που έχουμε βιώσει. Ακόμα θυμάμαι παιδιά να ερωτεύονται με το Road Trippin' και λυκειακές, μέχρι τότε hardcore (και πλέον γνωστές στο Underground heavy rock) μπάντες να διαπρέπουν παίζοντας το Around The World σε προαύλια.
Κουβαλώντας λοιπόν την κατάρα του Έλληνα οπαδού που δε βλέπει σχεδόν ποτέ ζωντανά συγκροτήματα στο ζενίθ τους, εν έτει 2012 και ημέρα Τρίτη, ξεκινησαμε για το OAKA. Το support είχε ύφος ηλεκτρονικής μουσικής και μάλλον πέρασε και δεν ακούμπησε. Λίγο μετά την προγραμματισμένη ώρα έναρξης έκαναν την εμφάνισή τους και οι RHCP...
...οι οποίου αποδείχθεισαν κατώτεροι των προσδοκιών μας. Ο Antony τραγουδούσε εντελώς κακόκεφα, χωρίς καθόλου πάθος, χωρίς εκείνη την τσαχπιωιά για την οποία τον πάμε. Ο Chad Smith χωρίς αμφιβολία είναι μεγάλος drummer, αφού έχει παίξει μαζί με τον Glen Hughes δεν τίθεται αμφιβολία επ' αυτού. Στα πρώτα τραγούδια όμως το έχανε. Προφανώς τους τσακώσαμε στα πράσσα, απροβάριστους. Ο Josh Klinghoffer αποδείχτηκε άψογος και πιο ορεξάτος απ' όλους, αφού το σπασμένο πόδι δε τον εμπόδισε από το να παίξει ωραία και να μη σταματήσει το κοπάνημα. Ο Flea στάθηκε στο ύψος του και έδινε το ρυθμό με τις αγαπημένες funky μπασογραμμές του αλλά και δεν παρέλειψε να κάνει τα δικά του, μαϊμουδίστικα ακροβατικά. Το χειρότερο όμως ήταν ότι αποδείχτηκε και καλός frontman, αφού ο Antony ΔΕ ΜΑΣ ΕΙΠΕ ΚΟΥΒΕΝΤΑ, τουλάχιστον μέχρι το τέλος της συναυλίας. Δεν ξέρω γιατί συνέβη αυτό, δεν ξέρω αν σε όλη τους την καριέρα ο Antony απλά τραγουδάει και δεν επικοινωνεί ή αν αυτό ήταν εξαίρεση για την επί ελληνικού εδάφους εμφάνισή τους, ξέρω όμως οτι το να μη φροντάρει ο τραγουδιστής, επιτρέπεται μόνο σε περιπτώσεις τύπου Marky Ramone...
Και τι μας λες ρε φίλε, θα μου πεις. Κάθεσαι και κρίνεις τη μπάντα κατά μέλος ξεχωριστά; Ναι, διότι έτσι το βίωσα. Μια μπάντα (ωφείλει να) είναι παρέα, συμμορία, ομάδα και οι Chili Peppers την Τρίτη δεν ήταν. Και κάτι ακόμα. Ας τους συγκρίνει οποιοσδήποτε με άλλα ονόματα του ίδιου βεληνεκούς. Οι Aerosmith μας τίναξαν τα μυαλά στον αέρα, οι AC/DC μας γάμησαν την ύπαρξη, ο Santana μας μάγεψε. Θα μου πεις, οποιαδήποτε μπάντα μπορεί να έχει μια κακή νύχτα επί σκηνής. Δεκτόν. Τους προαναφερθέντες του έχω δει μόνο μία φορά. έχω δει όμως 4 φορές τους Iron Maiden, 2 τους Motorhead, 3 τους Judas Priest, 4 τους Whitesnake, 3 τους Kreator, 3 τους Sodom, 4 τους Candlemass, 2 τους Uriah Heep και 6 τους Scorpions. Όλοι τους ρίχνουν από κάμποσα, διόλου ευκαταφρόνητα χρόνια και όλοι ήταν κάμποσες, διόλου ευκαταφρόνητες φορές καλύτεροί τους. Φταίει που είμαι μεταλλάς; Δε νομίζω. Φταίει που γουστάρω πολύ τους Peppers για να τους κάνω η χάρη να κάνω τα στραβά μάτια.
Για να είμαστε δίκαιοι δεν ήταν ένα απαράδεκτο event. Καλά περάσαμε. Αλλά αν είσαι οπαδός έχεις μεγάλες απαιτήσεις. Και κάτι τέτοιο για να χαρακτηριστεί ως καλό, μόνο κάτω από την ταμπέλα "event" το καταφέρνει και σίγουρα όχι ως συναυλία. Και το εισητήριο ήταν πανάκριβο. Εγώ πέρασα ένα καλό βράδυ, αλλά εμείς είχαμε μπει τσάμπα. Ο νοών νοείτω.
Περιμένω σύντομα και την άποψη του Amberclock!
The Vacation Albums - Orcus Chylde (2012)
Οι Orcus Chylde είναι ένα εξαμελές συγκρότημα από την Γερμανία, και συγκεκριμένα από το Aschaffenburg. Σχηματίστικαν το 2009 και μέσα στο 2012 κυκλοφόρισαν το ομότιτλο ντεμπούτο τους, προκαλώντας αναταράξεις στους απανταχού λάτρεις του doom rock / psych prog/ proto metal. Και μπορεί το συγκεκριμένο συνάφι (συμπεριλαμβάνομαι και εγώ) να εντυπωσιάζεται ευκολά από ανάποδους σταυρούς πλαισιωμένους από την γραμματοσειρά butterfly, να δακρύζει στο άκουσμα αναλογικής παραγωγής, και να μην ενοχλείται εάν η στυλιστική άποψη στις φωτογραφίες ταυτίζεται με αυτή της Βλαχοπούλου στο ‘Μαριχουάνα Στοπ’, το συγκεκριμένο συγκρότημα όμως εμπίπτει στην κατηγορία όπου το σύνολο είναι σπουδαιότερο από το άθροισμα των επιμέρους χαρακτηριστικών του. Αστειέυομαι προφανώς, όμως σύμφωνα με τον Batman, οι Orcus Chylde και οι Kadavar είναι τα μόνα καινούργια γερμανικά προιόντα που πρέπει να καταλώνουμε. Και ο τύπος έχει κόψε ακόμα και τις γερμανικές μπύρες...
Καταλαβαίνω πως η κυκλοφορία του δίσκου μπορεί πλέον να αποτελεί ‘παλαιά’ νέα στο χώρο, με τα σημαντικότερα ελληνικά και ξένα site και blog να έχουν ήδη κάνει τις αναφορές τους. Προσωπικά όμως ένιωσα την ανάγκη πρώτα να αφιερώσω αρκετό χρόνο στην ακρόαση του και μετά να μοιραστώ δύο κουβέντες. Όχι πως άλλαξε η γνώμη μου ανάμεσα στη πρώτη και την τελευταία φορά που πάτησα το play, αλλά είναι αυτά τα επιμέρους στοιχεία που ήθελα να χωνέψω και να τα βάλω σε μία σειρά. Επί της ουσίας πρόκειται για ένα άλμπουμ που στα δισκοπωλεία μπαίνει στο ίδιο ράφι με Witchcraft, The Devil’s Blood και Burning Saviours και θα μπορούσε να έχει αυτοκόλλητο ‘For the Fans of : Black Sabbath, Deep Purple, Led Zeppelin, Celtic Frost (κολλάνε παντού)’. Αυτό όμως είναι τόσο ακριβές όσο και να έκρινες και ένα βιβλίο από το εξώφυλλο του.
Το πρώτο στοιχείο που εκπλήσει είναι πως το ‘Orcus Chylde’ δεν το κάνεις για πρώτη κυκλοφορία μπάντας. Είναι τέτοια η ποιότητα και το όραμα που διέπει το δίσκο, όπου δύσκολα τη συναντάς σε παρθενική δισκογραφική εμφάνιση. Ξέρουν εκ των πρωτέρων πώς θέλουν να ακούγονται και δεν πρόκειται για μάχη μεταξύ των μελών για μία θέση μπροστά από το προβολέα. Ακόμα και οι επιλογές του πληκτρά, όργανο που στα αυτιά μου ήχει τις περισσότερες φορές σαν ενοχλητικό κουνούπι εν μέσω αυγουστιάτικης νυχτας, φαίνονται να λειτουργούν μόνο για χάρη του συνόλου, ανυψώνοντας ενορχηστρωτικά το επίπεδο των τραγουδιών. Και επειδή ακούμε Rock και Metal, καλό είναι να θυμόμαστε πως η ενορχήστρωση και η ένταση μας κάνει να ξεχωρίζουμε από ένα σωρό άλλα ηχητικά παράσιτα, όσο μας κάνουν και οι αντιτακτοί αντίχειρες να ξεχωρίζουμε από τα ζώα.
Πριν ανέφερα πως το πρώτο πράγμα που εκπλήσει είναι ο επαγγελματισμός τους, αλλά είπα ψέμματα. Το πρωτο πράγμα που εκπλήσει είναι τα σπαραξικάρδια φαλτσέτα της φωνής του τραγουδιστή. Ένα είδος πένθιμης θρηνωδίας που εξιστορεί τις ημέρες και τα έργα του τέκνου του Όρκους,μία φωνή που θα μπορούσε ίσως να παρομοιαστεί με αυτή του Marcus Pelander, εάν είχε γεννηθεί στο Manchester. Και εδώ παίζει ένα τέχνασμα στη παραγωγή των φωνητικών που δεν γνωρίζω εάν έγινε σκόπιμα: οι φωνητικές γραμμές είναι τόσο εθιστικές όσο και θαμμένες στη μίξη. Θες να γουστάρεις και να το δυναμώσεις το ρημάδι για να τραγουδίσεις και καταλήγεις να ακούς το κομμάτι τέρμα, αλλά η φωνή ακόμα να μην ξεχωρίζει. Κάτι σαν το Whitewater των Kyuss για όσους έχουν βρεθεί σε αυτή τη θέση.
Μάλλον όχι... Το πρώτο πράγμα που εκπλήσει, είναι το όνομα. Αυτό το y και το τελικό e στο Chylde που θυμίζει Witchfynde, και κατ’επέκταση μία ανεπαίσθητη μυρωδιά σκόνης. Συνολικά το Orcus Chylde μπορεί να λειτουργήσει ως ένα όχημα που στο μέλλον θα αποτελεί πειστήριο για τις μουσικές τάσεις της γενιάς μας, πάντα κάπου ανάμεσα στο obscure και στο ‘μπάντα για φεστιβάλ, αλλά στις δυόμιση το μεσημέρι’, όμως με φανατικό κοινό. Εν δυνάμει cult δηλαδή. Κρατήστε το κάπου πρόχειρα στη μνημη σας.
All Hail the Orcus Chylde!
Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2012
''Taste Cornucopia Wants You'' Project, Part III. The Azarak Diaries
Θεοί οι Melvins, έτσι δεν είναι; Μην ξεχνιόμαστε όμως.... Το τρίτο μέρος του αφιερώματος μας, σε μουσικές ανασκαφές τόσο στο σπίτι μας όσο και στη παιδική μας ηλικία είναι εδώ, και σηματοδοτεί την έναρξη χειμερινών εργασιών για αυτό εδώ το ιστολόγιο.
Εδώ και κάποια χρόνια έχω μία απορία. Πότε ήταν η πρώτη φορά που άκουσες κάποιο τραγούδι, το οποίο θεωρείς δεδομένο πως το ξέρεις από πάντα; Γεννιόμαστε με κάποια ρεφραίν αποτυπωμένα ήδη στο DNA μας, ή έχουμε φάει τόσο πολύ spamming πια στη ζωή μας;
Η επιλογή μου για το 1ό διαρκές αφιέρωμα του TasteCornucopia, δεν είναι απλώς ένας δίσκος. Είναι μια βουτιά στα άδυτα της άγουρης προσωπικότητας μου, και ίσως μία ακόμα πρόχειρη απάντηση στην χρόνια απορία μου.
38 ΡΟΚΑΚΙΑ – για Μπαμπάδες και Ροκάδες
Ψάρωσες έτσι; Δες και το εξώφυλλο. Η απόλυτη συλλογή για να μυήσει κάθε ψαγμένος πατέρας το βλαστάρι του στα μυστικά της μουσικής Ροκ! Ψιλοαπάτη προφανώς, μιάς και στη συγκεκριμένη συλλογή θα ακούσεις μεταξύ άλλων, Πωλίνα, Βόσσου, πολύ Καρβέλα (Nik Car για πάντα στη ψυχή μας), λίγο Βίσση, Πάριο, Μηλιώκα και άλλα. Μπερδεμένες εποχές τα ‘80s στην Ελλάδα...
Ακούγοντας στη παιδική μου ηλικία αυτή τη κασέτα νομίζω λοιπόν πως είχα τη πρώτη μου επαφή με τραγούδια όπως το ‘Πάμε για Τρέλλες στις Σεϋχέλλες’, ‘Μπιρίμπα’ και ‘Ροζ Μπικίνι’. Και ξέρω πως στο άκουσμα αυτών των τίτλων σίγουρα κάποιος θα αναφωνίσει ‘Ναι ρε φίλε! Το είχα ξεχάσει αυτό!’, ακριβώς όπως έκανα και εγώ. Όχι αγαπητέ αναγνώστη. Δεν το είχες ξεχάσει. Το ‘Παραδώσου Λοιπόν’ δεν παίζει να το είχες ξεχάσει. Τραγούδι σαν το ‘Όλα ή Τίποτα’ είναι πιο πιθανό να σε ξεχάσει αυτό, παρά εσύ εκείνο. Για το ‘Νύχτωσε Νύχτα’ των Chatzimichaoi Bros δεν το συζητώ καν. Κάποιος μαλάκας κρατώντας κιθάρα, κάποιο καλοκαίρι θα σε έκανε να κλαίς τα λεφτά που έδωσες σε ψυχαναλυτή προσπαθόντας να το ξεχάσεις. Και συνεχίζω: ‘Σκέπαστο’ (το αμαξάκι το ξεσκέπαστο) απο την Αννούλα, όταν ήταν ακόμα...35 χρονών;;; Σταματάω όμως με τη χολή. Γέλασα πολύ ακούγοντας τα ξανάόλα αυτά, ίσως μάλλον πιο πολύ διασκέδασα με την ιδέα πως υπήρξε κάποτε μία εποχή που όλα αυτά ήταν φρέσκα, και εντυπωσιάστηκα πως αρκετά ακούγονται ακόμα, όπως το ‘Απόψε Λέω να μη Κοιμηθούμε’ που μόλις πριν δύο μέρες πέτυχα στο ραδιόφωνο. Βεβαίως η συλλογή περιλαμβάνει και Λουκιανό Κηλαηδόνη, μιας και στο προηγούμενο τραγούδι από τους Λαθρεπιβάτες γίνεται αναφορα, το ‘Θα Κάτσω Σπίτι’. Τέλος να πω πως η συλλογή περιλαμβάνει και αρκετές διασκευές, είτε από παλιότερα ελληνικά τραγούδια ( ‘Αυτο το Μάμπο’, ‘Κοντά στο Τζάκι’), είτε του εξωτερικού ( ‘La Bamba’, ‘Θα τη Σφάξω (Satisfaction)’, και το ‘Ροζ Μπικίνι’ (‘Itsy Bitsy Tiny Weenie) βεβαίως που έχω ήδη αναφέρει.
Παρασκευή 31 Αυγούστου 2012
Καρακλάσσικ Αυγούστου 2012: The Melvins - Houdini (1993)
Απόλυτα προσηλωμένος στην underground γραμμή μου, ήταν απλά θέμα χρόνου για να ασχοληθώ με το μοναδικό φαινόμενο που ακούει στο όνομα "Melvins". Οι Melvins γενικά χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης στο πολυαγαπημένο μας μπλογκ αφού ουκ ολίγες φορές έχουν αποκαλυφθεί και παρουσιαστεί διάφορες πτυχές (από τις άπειρες που έχουν) του συγκροτήματος, εδώ όμως το πάω λίγο παραπέρα και αφού ταλαντεύτηκα ανέμεσα σε 2-3 ακόμα αριστουργήματα που έχουν κυκλοφορήσει, επέλεξα την εύκολη λύση, δηλαδή τον πιο γνωστό και -κατά γενική ομολογία- καλύτερο δίσκο τους.
Ακόμα δεν ξέρω αν πρόκειται για τον πιο αγαπημένο μου δίσκο των Melvins, είναι η αλήθεια. Βασικά νομίζω ότι ανάλογα με τη διάθεση και την εκάστοτε ψυχοσύνθεση στην οποία βρίσκομαι, τον ρόλο του "αγαπημένου δίσκου" θα τον αναλαμβάνει κάθε φορά και ένας διαφορετικός. Το "Houdini" όμως, για κάποιο λόγο, πάντα θα μου βγάζει λιιιιιιίγο πιο έντονα, αυτή την αίσθηση του ότι είναι πραγματικά ένα τεράστιο άλμπουμ. Μπορεί να λατρεύω το "Lysol" με τις παρανοϊκές και πρωτόλειες σλατζοντροουνιές του, το "Bullhead" για τον τρόπο που εξέλιξαν τον ακατέργαστο -αλλά φυσικά ευφάνταστο- ήχο των "Gluey Porch Treatment" και "Ozma", το "Stoner Witch" για την ατόφια stoner μαγκιά του, αλλά πάντα όταν ακούω το "Houdini", θα βρω σημεία που θα με κάνουν να βροντοφωνάξω ότι αυτό το πράγμα είναι ό,τι καλύτερο έχω ακούσει στη ζωή μου.
Και πώς να μην είναι; Από ΄που και να πιάσεις αυτή την τελειότητα, η έμπνευση ξεχειλίζει. Πάρε τα riffs του King Buzzo και δες με τι μαεστρία διαδέχεται το ένα το άλλο. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και το καθένα από αυτά έχει την ικανότητα να σε κολλάει στον τοίχο με χαρακτηριστική ευκολία. Και αυτό αν και τη σήμερον ημέρα πιθανόν να μη φαντάζει και σαν τεράστιο επίτευγμα, όταν μιλάμε για το '93, δεν υπάρχουν και πολλοί κιθάριστες οι οποίοι γράφουν τόσο κολλητικά, γαμημένα groovy hooks. Άντε κάνας Homme, κάνας Pike και μέχρι εκεί. Από εκεί και πέρα, το μπάσο της Lorax -στο μοναδικό στούντιο άλμπουμ που ηχογράφησε με τους Melvins- προκαλεί τριγμούς, ενώ ο άρχοντας Dale Crover, πίσω από τύμπανα κάνει τα δίκα του, ρίχνοντας άλλοτε το ρυθμό στα τάρταρα και άλλες φορές δίνει μια εκπληκτική φρενίτιδα που κάνει τους υπόλοιπους να τρέχουν σαν λυσσασμένα σκυλιά για να τον προφτάσουν.
Όλα τα παραπάνω συντελούν στη δημιουργία ενός από πιο σημαντικούς δίσκους της δεκαετίας του '90. Πάνω στην έξαρση του grunge, οι Melvins έρχονται με τις αρχιδάτες και υπερ-heavy κιθάρες τους να δείξουν ότι δεν είναι σαν όλους τους άλλους. Έρχονται και βάζουν και αυτοί το λιθαράκι τους στα τότε θεμέλια του τωρινού μαστουριάρικου stoner πύργου. Κάνουν το doom να ακουστεί πιο groovy από ποτέ. Αποδεικνύουν με τον εκκωφαντικό τρόπο ότι ο χαβαλές μπορεί να χωρέσει στη μουσική αρκεί να μη χάνεις τον στόχο. Παρουσιάζουν μια παράνοια που ακόμα και τώρα είναι δυνατόν να προκαλέσει ημικρανίες. Και πάνω απ' όλα γράφουν μια ντουζίνα (+1 αλλά δεν πιάνεται γιατί είναι άλλη φάση) κομματάρες που κολλάνε στο μυαλό ακόμα και με μόλις μία ακρόαση. Κομμάτια που ακόμα και σήμερα προκαλούν παροξυσμό όταν τα παίζουν live.
Οι Melvins μάλλον είναι το καλύτερο συγκρότημα στον κόσμο. Χωρίς πλάκα. Η επιρροή που έχουν ασκήσει δεν χωράει σε αριθμούς και λέξεις. Και αυτό το χρωστάνε σε τεράστιο βαθμό σε τούτο εδώ το αραβούργημα (γιατί περί αυτόυ πρόκειται) θορύβων που επισφραγίζει το καρακλασσικό cult status τους και περνάει στην ιστορία με συνοπτικές διαδικασίες. Μόνο δέος. Τίποτ' άλλο.
Πέμπτη 23 Αυγούστου 2012
Το Αυγουστιάτικο Post
Ξέρω, η απουσία μας αυτόν το μήνα είναι μεγάλη. Είμαστε από τους τυχερούς που κατορθώσαμε να φύγουμε διακοπές. Άλλοι στο εξωτερικό με σκοπό να δουν συγκροτήματα που στην Ελλάδα δε θα δουν ποτέ, άλλοι σε πάνω από έναν προορισμούς και άλλοι επιλέξαμε να ξεμείνουμε σε κάποια παραθαλάσσια γωνιά της ελληνικής υπαίθρου όπου διοργανώνονται DJ sets από καλλιτέχνες όπως ο παρακάτω.
Όπως και να έχει όμως, παρά το γεγονός ότι στον περίπατό μας μέχρι τη θάλασσα πέφτουμε μπροστά στο γοητευτικό σε βαθμό επιπεφυκίτιδας βλέμα του CJ Jeff, εκτιμάμε ότι δε σαπίζουμε στην πρωτεύουα που, ναι μεν ξέρει εν μέρει να ακούει μουική, αλλά είναι παντελώς αφιλόξενη τους καλοκαιρινούς μήνες.
Είναι πολύ αργά για να σας πούμε καλό καλοκαίρι και πολύ νωρίς για να σας πούμε καλό χειμώνα. Προσωπικά, βλέποντας ότι ο κόμπος έφτασε στο χτένι με αναφορές σε λαϊκούς καλλιτέχνες και προβολές φωτογραφιών καμμένων DJ's, δε μπορώ παρά να σας αφιερώσω το παρακάτω για να έρθω στα ίσια μου.
Το Cornucopia δε σώπασε, απλώς οι βουτιές είναι πιο ενδιαφέρουσες από τα μόντεμ μερικές φορές.
Όπως και να έχει όμως, παρά το γεγονός ότι στον περίπατό μας μέχρι τη θάλασσα πέφτουμε μπροστά στο γοητευτικό σε βαθμό επιπεφυκίτιδας βλέμα του CJ Jeff, εκτιμάμε ότι δε σαπίζουμε στην πρωτεύουα που, ναι μεν ξέρει εν μέρει να ακούει μουική, αλλά είναι παντελώς αφιλόξενη τους καλοκαιρινούς μήνες.
Είναι πολύ αργά για να σας πούμε καλό καλοκαίρι και πολύ νωρίς για να σας πούμε καλό χειμώνα. Προσωπικά, βλέποντας ότι ο κόμπος έφτασε στο χτένι με αναφορές σε λαϊκούς καλλιτέχνες και προβολές φωτογραφιών καμμένων DJ's, δε μπορώ παρά να σας αφιερώσω το παρακάτω για να έρθω στα ίσια μου.
Το Cornucopia δε σώπασε, απλώς οι βουτιές είναι πιο ενδιαφέρουσες από τα μόντεμ μερικές φορές.
Τρίτη 31 Ιουλίου 2012
Καρακλάσσικ Ιουλίου 2012: At the Drive-In: Relationship of Command (2000) | The Mars Volta: De-Loused in the Comatorium (2003)
Το καρακλάσσικ αυτού του μήνα είναι διπλό/εορταστικό. Αφ' ενός γιατί είχα αμελήσει να γράψω ήδη ένα, αφ' ετέρου διότι το είχα υποσχεθεί τέτοιο ως μέρος του αφιερώματος που έχω σκαρώσει για τους The Mars Volta. Φροντίζω διακριτικά να μην σχολιάσω τη χρονική απόσταση των δύο δημοσιεύσεων μήπως και δεν με πάρετε χαμπάρι. Για όσους δεν το πρόσεξαν/θέλουν να φρεσκάρουν λίγο τη μνήμη τους:
Αφιέρωμα The Mars Volta μέρος 1ο
Στο θέμα τώρα:
Τρίτη 24 Ιουλίου 2012
"Taste Cornucopia Wants You" Project Part Two: The Crystal Ball Diaries
Δεύτερο μέρος του αφιερώματος, αυτή τη φορά με την Crystal Ball να μας περιγράφει το δικό της βίωμα. Το blog την ευχαριστεί για το χρόνο της και για την απόφασή της να μοιραστεί τα παρακάτω μαζί μας και παράλληλα ενθαρρύνει όσους μας διαβάζουν να συμμετέχουν ενεργά. Περισσότερα την επόμενη εβδομάδα.Για πάμε...
Μια από τις προηγούμενες ημέρες μου λέει ο Batman, γράψε μια δύο παραγράφους για τους δίσκους/βινύλια/κασέτες που βρήκες στο σπίτι των γονιών σου όταν ήσουν μικρή.
Χα!
Το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό ήταν ο 11χρονος εαυτός μου με σορτσάκια και σημάδια στα πόδια από τα χτυπήματα, να χαζεύει το εξώφυλλο της καινούριας κασέτας του μπαμπά, γελώντας με τα φουντωτά μαλλιά του τραγουδιστή.
Εκείνη την στιγμή αποφάσισα να ακούσω αυτόν τον κύριο με τα φουντωτά μαλλιά, έβαλα την κασέτα στο κασετόφωνο της κουζίνας το οποίο δέσποζε πάνω στο λευκό μάρμαρο, σε μια γωνία, μαύρο με ασημένιες λεπτομέρειες και.... play!
Δεν ήταν η μουσική που μου άρεσε ιδιαίτερα, δεν ήταν ο στίχος που σε εκείνη την ηλικία ακόμα δεν καταλάβαινα τι σημαίνει "είσαι σπίρτο που ανάβει φωτιά" αλλά υπήρχε κάτι ζεστό και όμορφο στην ατμόσφαιρα, κάτι πολύ οικείο.
Έκτοτε αυτήν την κασέτα την άκουσα πολλές φορές συνήθως παρουσία των γονιών μου όπου διαπίστωνα κάθε φορά ότι δημιουργούσε την ίδια ατμόσφαιρα, χαράς, ευδιαθεσίας και ότι όλα είναι κατά κάποιο τρόπο σωστά τοποθετημένα στο σύμπαν.
Φυσικά δεν θα ξεχάσω ποτέ τα σιγομουρμουριτά των γονιών μου και τα βλέμματα όλο νόημα.
Από το κασετόφωνο της κουζίνας έκαναν παρέλαση πολλές και ποικίλες μουσικές, από Μπιθικώτση, Τσιτσάνη, Χιώτη, Μαρινέλλα, Αλεξίου, Βιτάλη και φυσικά όλο το Νέο Κύμα, ακόμα και κασέτες
δεκαετιών 60-70, μέχρι και Vivaldi, Βeethoven....η λίστα είναι μεγάλη.
Το κασετόφωνο της κουζίνας δεν υπάρχει πλέον έχει αντικατασταθεί με cd player η ανάμνηση όμως της πρώτης κασέτας που έπεσε στα χέρια μου ήταν το 1987 με το σουξέ της εποχής "Με το στόμα γεμάτο φιλιά" , στίχοι του Λευτέρη Παπαδόπουλου, μουσική του Χρήστου Νικολόπουλου και την φωνή του Λεωνίδα Βελή με φωνητικά της Νάντιας Καραγιάννη.
Η μουσική μνήμη μπορεί να ανασύρει από το παρελθόν τους πιο περίεργους και αντισυμβατικούς ήχους που ούτε θα φανταζόμασταν ότι υπάρχουν εκεί!
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)