γύρω στο 1999: Ο πανικός με το album έχει ψιλοκοπάσει, οι Radiohead έχουν απλά λιώσει να κάνουν tour, να δίνουν συνεντεύξεις, φωτογραφήσεις κτλ κτλ., όλοι περιμένουν το επόμενο ΟΚ Computer, έναν δίσκο που θα οφείλει να φτάσει και ίσως ακόμα και να τον ξεπεράσει. Ο Τhom Yorke περισσότερο απο όλο το συγκρότημα υποφέρει απο άγχος και την τεράστια ψυχολογική πίεση που του ασκείται απο τους πάντες και τα πάντα... Πάσχει απο writer's block, και δεν μπορεί να γράψει σχεδόν τίποτα, και αυτά τα λίγα μένουν ανολοκλήρωτα. Αποφασίζεται απο κοινού να κλειστούν στην μέση του πουθενά και να ξεκινήσουν τις ετοιμασίες για το καινούριο δίσκο. Πιθανόν να είναι υπερβολή, αλλά θα μπορούσε να ισχύει οτι οι 3 απο τους 5 περνάνε την ώρα παίζοντας μονόπολυ, και ο Yorke με τον κιθαρίστα Greenwood κάθονται και γράφουν μουσική σε ένα pc, πειραματιζόμενοι ολοκληρωτικά και αμετανόητα. Ο δε Thom δοκιμάζει ντανταϊστικές τεχνικές (αυτόματη γραφή, πειραματικές ψυχικές συμπεριφορές) και μπλιμπλίκια, ο Greenwood εντρυφεί στην χρήση του Ondes Martenot, ένα όργανο του 1920, παρόμοιο στον ήχο με το Theremin, το οποίο βγάζει ένα συνεχές, υψίσυχνο και περίεργο βούισμα, αλλά και ένα τεράστιο modular synth που επεξεργάζεται ηχητικά σήματα, τίγκα στα modulators και στα βύσματα.
2000: Saturday Night Live, και οι Radiohead βγαίνουν να παίξουν τα πολυαναμενόμενα καινούρια κομμάτια απο το Κid A, κάνοντας ντεμπούτο σε δύο απο αυτά: Idioteque και The National Anthem. Το συγκρότημα βγαίνει σε μια εντελώς σοκαριστική για τους πιο πολλούς εμφάνιση... Στο Idioteque κανένας εκτός απο τον drummer δεν παίζει το όργανό του, ο Johnny Greenwood κάθεται μπροστά σε ένα θηρίο με άπειρα βύσματα βάζοντας και βγάζοντας καλώδια, ο μπασίστας (Colin Greenwood) παίζει μια ακατανόητη μελωδία σε πλήκτρα, o άλλος κιθαρίστας (Ed Wood) κάνει απλώς backing vocals και δίνει ρυθμό στο "refrain". Στο αποκορύφωμα του κομματιού, ο Yorke κινείται σαν σε κρίση, a-la Ian Curtis στο χαρακτηριστικό beat που έχει πια ξεφύγει και noiseάρει επικίνδυνα. Το Kid A κυκλοφορεί και shockάρει...
Μιλάμε για έναν δίσκο 10 κομματιών (+1 κρυμμένο mini instrumental), και μια απο τις πιο αντιεμπορικές κινήσεις που έχουν υπάρξει... Είναι ένα απο τα πιο δύστροπα ακούσματα (τουλάχιστον έτσι το εξέλαβα όταν το πρωτοάκουσα) που μου έχουν τύχει, χωρίς απαραίτητα να ισχύει για όλους αυτό. Μεταφέρει όλη αυτήν την παράνοια, την ψυχολογική πίεση, την νοσηρότητα που μπορεί να αποκτήσει το σουρρεαλιστικό. Και ταυτόχρονα μπορεί να είναι απίστευτα ήρεμο, ίσως με έναν ενοχλητικό τρόπο (βλ. How To Disappear Completely), κάτι σαν τον ήρεμο και παράλληλο κόσμο που ζεί κάποιος χωρίς επαφή με την πραγματικότητα.
Οι στίχοι άρρωστοι, γραμμένοι κατα το ήμισι με αυτόματη γραφή (εξ' ου και ο πλήρης σουρρεαλισμός ή απλά η εντύπωση παραληρήματος), και δεμένοι πιο πολύ ηχητικά με τον δίσκο παρά νοηματικά, άλλωστε κυκλοφόρησε επίτηδες χωρίς booklet με στίχους, παρά μόνο με εικόνες συνοδευτικές στο σχιζοφρενικό ύφος του εγχειρήματος αυτού. Δομικά επίσης ξεφεύγει εντελώς: Τα πιο πολλά κομμάτια δεν έχουν διακριτά μέρη, είναι πιο πολύ ένα ενιαίο στοιχείο που προχωράει, επαναλαμβανόμενα και πεισματικά, όμως με κάποιον πολύ περίεργο τρόπο καταφέρνει και δεν γίνεται ποτέ μονότονο! Ακουστικά επίσης είναι εντελώς πειραματικός δίσκος, αφού ελάχιστοι απο τους ήχους που ακούγονται μπορούν να αντιστοιχηθούν σε κάποιο συμβατικό όργανο, τελικά κατηγοριοποιώντας τον πιο πολύ σαν ηλεκτρονική μουσική, και τελικά μην μοιάζοντας ούτε με αυτήν: Νομίζω οτι μπορεί να χαρακτηριστεί απλά ως επηρρεασμένο από Κrautrock, το γερμανικό μουσικό κίνημα (Can, Mouse on Mars, Neu!, Amon Duul κτλ κτλ) που αποτελεί μια πειραματική μίξη ηλεκτρονικής εμμονικότητας, free-jazz ελευθερίας και πιο συμβατικής κιθαριστικής μουσικής.
Όπως είναι λογικό εκείνη την στιγμή ο δίσκος δίχασε πολλούς, οι κριτικοί γενικά δεν του φέρθηκαν ιδιαίτερα καλά, και όσους fans έχασαν άλλους τόσους κέρδισαν, fans λίγο πιο ανοιχτόμυαλους ίσως στην μουσική, που αναζητούσαν κάτι διαφορετικό. Τέτοιες απόπειρες είχαν ξαναγίνει ήδη και μάλιστα πολλές και πολύ πιο ακραίες, μάλλον καμία όμως απο ένα συγκρότημα που έχριζε τέτοιας αποδοχής (στην τελική ο κάθενας χωρίς να έχει προσπαθήσει ξέρει και σήμερα το Creep). Παρ' όλα αυτά πάντως, έγραψε ιστορία, επηρρέασε πάρα πάρα πολλούς, και απο τα κομμάτια του παίζουν μπόλικα μέχρι σήμερα σίγουρα στα live τους (ειδικά Idioteque, Everything In Its Right Place, National Anthem), τα οποία καταλήγουν να έχουν δουλευτεί προς ακόμα πιο έντονες, ιδιαίτερες και πειραματικές κατευθύνσεις (π.χ. στο National Anthem o Greenwood sample-άρει και loop-άρει εκπομπές που παίζονται εκείνη την στιγμή στο ράδιο).
Γενικά δίνεται η εντύπωση πως δεν είσαι σίγουρος αν ακούς κάτι πραγματικά ιδιοφυές ή απλά μια εντελώς ανολοκλήρωτη προσπάθεια που πιο πολύ απο αντίδραση έγινε... Ο καθένας εκλαμβάνει και διαλέγει όπως θέλει τι να πάρει απο αυτόν τον δίσκο, που άλλωστε είναι μια απο τις βασικότερες προσπάθειες του σουρρεαλισμού. Για μένα αυτός ήταν ο δίσκος που στο μυαλό μου καταξίωσε αυτό το συγκρότημα και το έφτασε στο ύψος που το έχω, για τους πειραματισμούς τους, για τα συναισθήματα που δίνουν, για την δύναμή τους live.
Εν τέλει, ο δίσκος θεωρώ πως είναι απαραίτητος, για λόγους ιστορίας, για λόγους εξάσκησης του αυτιού για κάποιον που δεν έχει ακούσει τέτοιον ήχο, για συναισθηματικούς λόγους, και γενικά ανεπιφύλακτα! Θεωρώ όμως πως η καλύτερη λύση είναι να μυηθεί κανείς πρώτα με το "OK Computer", που είναι και αυτός απαραίτητος, λειτουργώντας και ώς μια ιδανική εισαγωγή και ύστερα να βιώσει τον καταγισμό του "Kid A".
i'm not here this isn't happening
cut the kids in half
here I'm allowed everything all of the time
0 Say something...:
Δημοσίευση σχολίου