Οκ, με ξέρετε. Είμαι παθολογικά underground ευτελής τυπίσκος. Όσο και να γουστάρω αρκετά από τα λεγόμενα "μεγάλα κλασσικά" (όχι αυτά με τον Μίκι Μάους και τον Ντόναλντ, αν και αυτά γαμάνε επίσης), δεν γίνεται το δικό μου "Καρακλάσσικ" να περιλαμβάνει κάποιο από αυτά. Γι' αυτό και στο παρόν αφιέρωμα θα παρουσιαστεί το μεγαλύτερο κλασσικό underground διαμάντι (κατ' εμέ πάντα ε) που δημιουργήθηκε ποτέ.
Οι Killing Joke δεν είναι η καλύτερη μπάντα όλων των εποχών. Δεν είναι καν η καλύτερη post-punk μπάντα όλων των εποχών. Ούτε κατά διάνοια. Οι Joy Division, οι Television, οι Wipers και κάποιες ακόμα μπορούν να τσακώνονται μεταξύ τους γι' αυτόν τον τίτλο. Οι Killing Joke είναι, όμως, αναμφίβολα η πιο επιδραστική μπάντα εκείνων των καιρών (τέλη του '70 - αρχές '80), άντε μαζί με τους Melvins. Ο κατάλογος των συγκροτημάτων που τους έχουν αποδώσει credits, είναι ατέλειωτος. Από τους Nirvana (απλά ακούστε αυτό και μετά αυτό, για να καταλάβετε) και τους Nine Inch Nails μέχρι τους Metallica (οι οποίοι έκαναν και μια εξαιρετική διασκευή στο The Wait) και τους Ministry.
Ο λόγος που έκανε τους Killing Joke να ξεχωρίζουν σε σχέση με τις υπόλοιπες post-punk μπάντες εκείνης της εποχής είναι ότι πάντρεψαν το post-punk, το new wave και το gothic rock της εποχής με το metal. Κανένας άλλος δεν ακούστηκε τόσο heavy τότε, όσο αυτοί. Και μόνο δηλαδή να ακούσει κανείς το The Wait και να πάρει μερικά λεπτά αναλογιζόμενος ότι αυτό το πράγμα βγήκε το 1980, παθαίνει ένα μικρό ταράκουλο.
Αυτό εδώ είναι λοιπόν το ομώνυμο, αυτοχρηματοδοτούμενο -γι' αυτό και καθίσταται αυτόματα ως underground- ντεμπούτο των Killing Joke. Ένα διεστραμμένο, σκοτεινό, παράξενο αριστούργημα. Τα new wave synths συνδυάζονται εκπληκτικά με τα εκρηκτικά, βαριά riffs και ένα rhythm section εκπληκτικό, που σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή, ενώ τα noise samples μαζί με τον χαρακτηριστικό ήχο της κιθάρας σηματοδότησαν την έναρξη του industrial, κάτι που εξέλιξαν σε εκπληκτικό βαθμό από τις αρχές του '90 και μετά όταν και καθιερώθηκαν σαν μια κλασική industrial metal μπάντα. Όλα τέλεια αλλά χωρίς τη χαρισματική φωνή του Jaz Coleman, όλα θα έμοιαζαν άδεια. Η βραχνή, αψεγάδιαστη φωνή του με την σπάνια θεατρικότητα, ντύνει με ιδανικό τρόπο τις συνθέσεις και αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της μετά-αποκαλυπτικής ατμόσφαιρας του δίσκου. Μέγας αποκρυφιστής ο ίδιος, από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε να τραγουδάει, κηρύττει για το τέλος του κόσμου μέσα από βαθιά πολιτικοποιημένους στίχους που επεκτείνονται σε ζητήματα περί θανάτου, εξορίας, ελευθερίας και ανθρώπινης υπόστασης.
Μετά τον παρόντα δίσκο, ακολούθησαν ακόμα 14, με τελευταίο το φετινό πολύ καλό "MMXII". Άσχημες στιγμές δισκογραφικά είχαν 2-3, αλλά γενικά η συνέπεια τους με την τελειότητα είναι αξιοθαύμαστη. Παρ' όλο που συνθετικά μεγαλούργησαν κι αργότερα, με φανταστικές κυκλοφορίες που προσωπικά θεωρώ καλύτερες από το ντεμπούτο (ειδικά το "Pandemonium" (1994) και το ομώνυμο του 2003), σε επιδραστικότητα αυτό θα στέκει για πάντα αγέρωχο στην κορυφή. Αυτό είναι λογικό και φυσιολογικό όμως. Πόσες φορές ν' αλλάξει κανείς την ιστορία;
Οι Killing Joke δεν είναι η καλύτερη μπάντα όλων των εποχών. Δεν είναι καν η καλύτερη post-punk μπάντα όλων των εποχών. Ούτε κατά διάνοια. Οι Joy Division, οι Television, οι Wipers και κάποιες ακόμα μπορούν να τσακώνονται μεταξύ τους γι' αυτόν τον τίτλο. Οι Killing Joke είναι, όμως, αναμφίβολα η πιο επιδραστική μπάντα εκείνων των καιρών (τέλη του '70 - αρχές '80), άντε μαζί με τους Melvins. Ο κατάλογος των συγκροτημάτων που τους έχουν αποδώσει credits, είναι ατέλειωτος. Από τους Nirvana (απλά ακούστε αυτό και μετά αυτό, για να καταλάβετε) και τους Nine Inch Nails μέχρι τους Metallica (οι οποίοι έκαναν και μια εξαιρετική διασκευή στο The Wait) και τους Ministry.
Ο λόγος που έκανε τους Killing Joke να ξεχωρίζουν σε σχέση με τις υπόλοιπες post-punk μπάντες εκείνης της εποχής είναι ότι πάντρεψαν το post-punk, το new wave και το gothic rock της εποχής με το metal. Κανένας άλλος δεν ακούστηκε τόσο heavy τότε, όσο αυτοί. Και μόνο δηλαδή να ακούσει κανείς το The Wait και να πάρει μερικά λεπτά αναλογιζόμενος ότι αυτό το πράγμα βγήκε το 1980, παθαίνει ένα μικρό ταράκουλο.
Αυτό εδώ είναι λοιπόν το ομώνυμο, αυτοχρηματοδοτούμενο -γι' αυτό και καθίσταται αυτόματα ως underground- ντεμπούτο των Killing Joke. Ένα διεστραμμένο, σκοτεινό, παράξενο αριστούργημα. Τα new wave synths συνδυάζονται εκπληκτικά με τα εκρηκτικά, βαριά riffs και ένα rhythm section εκπληκτικό, που σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή, ενώ τα noise samples μαζί με τον χαρακτηριστικό ήχο της κιθάρας σηματοδότησαν την έναρξη του industrial, κάτι που εξέλιξαν σε εκπληκτικό βαθμό από τις αρχές του '90 και μετά όταν και καθιερώθηκαν σαν μια κλασική industrial metal μπάντα. Όλα τέλεια αλλά χωρίς τη χαρισματική φωνή του Jaz Coleman, όλα θα έμοιαζαν άδεια. Η βραχνή, αψεγάδιαστη φωνή του με την σπάνια θεατρικότητα, ντύνει με ιδανικό τρόπο τις συνθέσεις και αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της μετά-αποκαλυπτικής ατμόσφαιρας του δίσκου. Μέγας αποκρυφιστής ο ίδιος, από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε να τραγουδάει, κηρύττει για το τέλος του κόσμου μέσα από βαθιά πολιτικοποιημένους στίχους που επεκτείνονται σε ζητήματα περί θανάτου, εξορίας, ελευθερίας και ανθρώπινης υπόστασης.
Μετά τον παρόντα δίσκο, ακολούθησαν ακόμα 14, με τελευταίο το φετινό πολύ καλό "MMXII". Άσχημες στιγμές δισκογραφικά είχαν 2-3, αλλά γενικά η συνέπεια τους με την τελειότητα είναι αξιοθαύμαστη. Παρ' όλο που συνθετικά μεγαλούργησαν κι αργότερα, με φανταστικές κυκλοφορίες που προσωπικά θεωρώ καλύτερες από το ντεμπούτο (ειδικά το "Pandemonium" (1994) και το ομώνυμο του 2003), σε επιδραστικότητα αυτό θα στέκει για πάντα αγέρωχο στην κορυφή. Αυτό είναι λογικό και φυσιολογικό όμως. Πόσες φορές ν' αλλάξει κανείς την ιστορία;
0 Say something...:
Δημοσίευση σχολίου