Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

Bloodiest - Descent (2011)

O Bruce Lamont πρέπει να είναι από τους μεγαλύτερους μουσικούς χαμαιλέοντες στο σκληρό ήχο, μαζί με τον Dax Riggs (Acid Bath, Agents of Oblivion, Deadboy and the Elephant Men, Solo).
Έχει καθιερωθεί με τους Yakuza παίζοντας (τραγουδώντας βασικά) progressive metal/hardcore/jazz, πέρσι με τον Sanford Parker (Minsk) δημιούργησε τους Circle of Animals και πειραματίστηκε με το industrial, ενώ φέτος, στις αρχές του χρόνου κυκλοφόρησε τον πρώτο του σόλο δίσκο με τίτλο "Feral Songs for the Epic Decline" κινούμενος σε σκοτεινά φολκ μονοπάτια.
Οι ενασχολήσεις του με όλα αυτά αποδεικνύουν περίτρανα ότι εκτός από ευρηματικός μουσικός, που με ό,τι και να καταπιαστεί το κάνει καλά, είναι και εκπληκτικός τραγουδιστής αφού από τη μία ουρλιάζει, την άλλη μουγκρίζει και την άλλη χτυπάει κάτι εξωπραγματικές κορώνες με τη φωνή του. Και το σημαντικότερο; Έχει τρομερή όρεξη.

Αποκύημα αυτής της αστείρευτης όρεξης είναι και οι Bloodiest.
Πρόκειται για κολλέκτιβα 7 ατόμων από το Σικάγο, με μπροστάρη τον Lamont (δικό του πρότζεκτ είναι στην τελική), ο οποίος αφήνει στην άκρη το αγαπημένο του σαξόφωνο που χρησιμοποιεί κατά κόρον στους Yakuza και αναλαμβάνει χρέη κανονικού τραγουδιστή.
Το να περιγράψει κάποιος τη μουσική των Bloodiest είναι κομματάκι δύσκολο. Έχει πολλά στοιχεία από ατμοσφαιρικό σλατζ (ίσως Neurosis στα πιο χαλαρά τους), από ντουμ, φολκ, αλλά στην ουσία είναι τέρμα πειραματικό και αν έλεγα ένα συγκρότημα που ίσως θυμίζει περισσότερο, αυτό είναι οι Swans.

Το Fallen ανοίγει το δίσκο με ένα αλλοπρόσαλο, επαναλαμβανόμενο ριφάκι και εξελίσσεται σε ένα ατμοσφαιρικό ντουμ θρίαμβο. Τα φωνητικά του Lamont είναι μαγευτικά, το ίδιο και οι στίχοι.
Στη συνέχεια το Coh έχει μερικές φλαμένκο πινελιές, τον Lamont να μουγκρίζει με τον πιο γλυκό τρόπο που μπορεί να μουγκρίσει κανείς και δίνει εξαιρετική πάσα στο μαγικό Pastures με με την εκπληκτική ακουστική μελωδία.
Στα 2 κομμάτια που ακολουθούν βρίσκεται όλη η ουσία του δίσκου.
Το απίστευτο Dead Inside είναι ένα 11λεπτο έπος, με φανταστικό ντράμινγκ και φανταστική δομή. Οι κιθάρες κάνουν θάυματα με τον τρόπο που συμπληρώνει η μία την άλλη, τα πλήκτρα δίνουν ένα καταθλιπτικό τόνο και ο Lamont δίνει ρεσιτάλ πίσω από το μικρόφωνο. Το φινάλε με το μπρέικ στα ντραμς είναι απίστευτο, με τα πλήκτρα να το πλαισιώνουν μοναδικά.
Στη συνέχεια ακολουθεί το έτερο έπος του δίσκου, Slave Rule. Στην αρχή χαλαρά και από τα μισά και μετά, με το που σκάει η επική ριφάρα που φέρνει έντονα σε Tool, το κομμάτι απογειώνεται σε δυσθεώρητα επίπεδα.
Κλείσιμο με Obituary και ξανακούμε το γνώριμο εναρκτήριο ριφάκι από το Fallen, να παίζει σε όλο το κομμάτι από την αρχή μέχρι το κλείσιμο. Όταν ο δίσκος είναι στο ριπίτ, δεν καταλαβαίνει κανείς ότι τελείωσε το Obituary και ξαναξεκίνησε το Fallen. Είναι ακριβώς το ίδιο ριφ.
Φαύλος κύκλος.
Γιατί σημασία δεν έχει ο προορισμός, αλλά το ταξίδι.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...